Δευτέρα 6 Δεκεμβρίου 2021

8.25 πμ, Τρίτη, Μεγαπλάτανος, μέρα πολλοστή

Προσπαθώ ν' απολαύσω τη βροχή. Το καταφέρνω. Οι άλλοι κρύβονται, τους χαλάει κάποια σχέδια ή απλά βρίσκουν μια ευκαιρία να ηλιθιοποιηθούν μπροστά σε ένα τεράστιο τετράγωνο ή ελάχιστο ορθογώνιο. Εμένα μ' αρέσει η βροχή. Αυτή που τώρα με κυκλώνει είναι συνεχής και τη συνοδεύει λίγος δυνατός αέρας. Βλέπω τα χορταράκια να πρασινίζουν και να ψηλώνουν. Ίδια ταχύτητα με τα παιδιά μου, τότε... Πίνω καφέ από ένα μεταλλικό θερμός που είχα ετοιμάζει πριν 2 ώρες, ακόμα καυτό και στέκεται πάνω σ' ένα μαρμάρινο κυκλικό τραπέζι. Καθετί εδώ είναι μια ανάμνηση. Τις αναμνήσεις τις καλύπτει ένα πορτοκαλί τραπεζομάντιλο κι από κάτω φτιάχνουν περίεργες πτυχές τα φύλλα της καλαμιάς που κρύψαμε ή τοποθετήσαμε εσκεμμένα για να ισιώσουν αυτό το καλοκαίρι.

Κανένα καλοκαίρι δεν καταλαβαίνεις αν θα είναι το τελευταίο. Είναι η προστασία σου αυτή; Ένα δίχτυ που κρατάει τα φύλλα να μην ακουμπήσουν τον καρπό. Μην τον μαγαρίσουν. Είναι η προστασία σου αυτή. Μαζί κι η δική μου. Το χάος θα κυβερνούσε με απόλυτη πλειοψηφία αν υπήρχε η πρόγνωση. Τώρα τα δάχτυλα κατευθύνουν τα μάτια κάτω για να τη βρουν αντί να κοιτάξουν τον ουρανό. Μείνε μέσα. Πιθανότητα βροχής τριάντα τις εκατό. Μείνε μέσα, πραγματική αίσθηση θερμοκρασίας κάτω από δέκα θετικούς βαθμούς. Μείνε μέσα μια που δεν είναι απαραίτητη η έξοδος για να καταναλώσεις. Προσπαθώ ν' απολαύσω τη βροχή αλλά δεν μπορώ να βρω που χρειάζεται να πληρώσω γι' αυτήν. Κι αυτό με θλίβει.

Κυριακή 5 Δεκεμβρίου 2021

Μικρή αλληγορία (ή ένα κουραστικό πλύσιμο πιάτων)

Φόρεσε τη γκρι μπλούζα του. Εκείνη την αδιάφορη που έκανε τρομερή αντίθεση με τα κόκκινα χείλη του. Στο ίδιο χρώμα και η γούνα. Περίπου όπως η χαώδης ζωή στα πεζοδρόμια και η βαριεστημένη καριέρα ενός λογιστή. Πρόσφατα κονταροχτυπήθηκε για την πρωτιά με δυο θηλυκούς ασφαλιστές. Χαμένοι όλοι στο άβολο καλό.

Μισεί την τηλεόραση. Αηδιαστικά κοινότυπες ατάκες, γελοία γέλια, παχουλοί ανέραστοι κι ανεδαφικοί διάλογοι ανάμεσα από κενά διαφημίσεων κι ελπίδες δημοσιότητας. Μπήκε γρήγορα στον εκδοτικό οίκο. Ένα σπιτικό περισσότερο ανοχής κι ενοχικών προθέσεων. Θα σε εκδώσουν και θέλουν να το πληρώσεις ακριβά. Πάντα υπήρχαν εθελοντές στη λαιμητόμο. Πιθανότατα να είναι οι ίδιοι ψηφοφόροι που ελπίζουν σε μία θέση στο όμορφο και θελκτικό δημόσιο.

Πάντως εδώ πρέπει να διακόψω τον ορυμαγδό των συννεφιασμένων ασυναρτησιών για να μεταφέρω στο άπειρο της αιωνιότητας μια μικρή παρένθεση συζήτησης με ένα φίλο. Πιθανόν να χρειάζεται για κάποιους ένας μεγάλος χρόνος μέχρι να αποκαλέσεις κάποιον άλλον (όχι απ' αυτούς) "φίλο". Έτσι όμως χάνεις χρόνο καθώς κι εμπειρίες. Οπότε ας παραμείνω στο μικρό γεγονός του πλυσίματος των πιάτων. Διάστημα, δάσος και αξύριστα ρολόγια που δεν χτυπήσανε ποτέ. Μα ποτέ;

Δώδεκα ώρες όρθιος. Μικρό διάλειμμα για πλατσούρισμα μέχρι το μπούτι ψηλά, παρέα με μικρές μωβ μέδουσες. Ο φάρος ανέγγιχτος τη μέρα. Περαστικά αυτοκίνητα κι άνθρωποι κουκουλωμένοι. Φρέσκο και σωστά τεμαχισμένο κομμάτι κρέας στο ράφι. Χέρι χεράκι με το κορίτσι που κακοποιήθηκε πριν πολλά χρόνια και τώρα είναι πρώιμη μεσήλικη σταρ στην τηλεόραση. Πραγματικά αναρωτιέμαι αν έκλειναν τούτες οι συσκευές όλου του κόσμου πόσα χρόνια ζωής θα εξοικονομούσαμε; Τελικά δε ζητήσαμε τίποτα απ' ότι μας έδωσαν. 

Πλαστική καρέκλα. Αιώνια άμμος. Μοντέλα τυφλών χρωμάτων κι άστρα. Πάρε με μακριά απ' εδώ και μη μου δώσεις κάρτα επιστροφής. Μου είπε. Κανείς δεν θα καταλάβει τη διαφορά στα πούπουλα της γαλοπούλας.

Τετάρτη 17 Νοεμβρίου 2021

Ανόητη ιδιοκτήτρια Σκυλίσιας ψυχής

Η Βέρα ήταν μια απίθανα χαριτωμένη σκυλίτσα δέκα ετών. Είναι απίθανο πως τη συμπαθούσε οποιοσδήποτε την έβλεπε στο δρόμο. Φυσικά αυτό το σκυλί μεταμορφωνόταν με την παρουσία άλλων παρατηρητών – ανθρώπων. Αυτοί το μόνο που έβλεπαν ήταν ένα γυαλιστερό τρίχωμα και μια μουσούδα υγρή που τους περιεργαζόταν. Εγώ ήξερα ότι αυτό κάτω στα πόδια μου ήταν ένα μαλλιαρό συνονθύλευμα από γαβγίσματα και σκατά. Όσο αναφορά για την αγάπη που δέχεσαι από ένα κατοικίδιο… Ναι είναι το ίδιο αστείο με την πεθερά που ρωτάει το γαμπρό τι θες να φάμε και μετά διατάζει την κόρη της να τον χωρίσει γιατί δεν τρώει μπάμιες.

[σημείωση: Εδώ το θέμα μπορεί να εκτροχιαστεί. Για παράδειγμα να φτάσει σε υψηλά επίπεδα απελευθέρωσης αερίων, γονυκλισίες και ολονυχτίες δίπλα σε άτιμους άντρες και μπροστά σε τίμιες ζώνες και κάρες, αλλά καλύτερα να περιοριστούμε στο φαλαγγίτικο πρόσημο που συνδέει την πεθερά με τον πεθαμένο (πε-), το θέρος (-θε), παναγιότατο θεό Ρα (-ρα)].

Μακροχρόνιες μελέτες έχουν υπάρξει για το καλό που κάνουν στον οργανισμό τα φαγητά που αρκετοί άνθρωποι δεν τα θεωρούν εύγευστα. Όμως η Βέρα δεν είναι ακριβώς αυτή που θα κάτσει να μελετήσει. Αρκείται στα στόρι των δευτερολέπτων και στις εκπομπές μαγειρικής και κοινωνικού σχολιασμού. Φυσικά είναι μεγάλη φαν της Ελένης και του Μπάμπη. Γι’ αυτό και οι περαστικοί τη βλέπουν τόσο χαριτωμένη. Και σκατούλες να τους αφήσει δίπλα στα πέδιλα θα τους φανεί παξαμάς κριθαροκούλουρο Καραμολέγκου. Αν τους κατουρήσει, όλοι να δεις τι ωραία μπαίνουν στη θέση της χαριτωμένης Βέρας και νομίζουν ότι το κάτουρο είναι χυμός κριθαριού (κοινώς… ουίσκι).

Ένα βράδυ τη Βέρα την απήγαγαν εξωγήινοι. Σταμάτησαν το διαστημόπλοιο στον αέρα του τρίτου ορόφου, άνοιξαν απέξω την μπαλκονόπορτα και μετά αυτή η ηλίθια έτρεξε να κρυφτεί. Λες κι είχε κάποιο προαίσθημα η σκύλα. Τίποτα δεν είχε. Χαμπάρι δεν έπαιρνε από πιο σημαντικά πράγματα. Μόνο κρυβόταν πίσω από τις φούστες της Ελληνορθόδοξης Χριστιανικής ηθικής. Πίπες δηλαδή. Από εκείνες τις βρόμικες των ναυτικών που τις έχουν ξεχασμένες σε κάθε συρτάρι κι αναρωτιέσαι αν είναι για να καθαρίζουν τα αυτιά τους ή τις χώνουν στο στόμα τους.

Όσο κι αν κρυβόταν ο κώλος της μύριζε και θα την ξετρύπωναν. Όπερ κι εγένετο λοιπόν. Ένας πανέμορφος εξωγήινος με χλαμύδα κουβάλησε με τελετουργικές κινήσεις τη σκύλα τη Βέρα από το καλάθι των άπλυτων μέχρι την είσοδο του διαστημόπλοιου που λίγο παλαντζάριζε έξω απ’ το μπαλκόνι μου. Τι κρίμα θα σκεφτόταν κάποιος θεατρικός παραγωγός που όλοι έβρισκαν αστείο πριν λίγο καιρό και τώρα όλοι τον βρίσκουν γελοίο. Η Βέρα που είχε αποψάρα περί των πάντων σε λίγο θα έκανε τους ιδιοκτήτες οίκων τελετών με τίτλο ‘’Η Ανάληψης’’  (από την ταινία The Ascension Day) να βαράνε τα κεφάλια τους στα φέρετρα από συνθετικό ξύλο.

Μετά την αρπαγή της Βέρας δεν ήξερα τι έπρεπε να κάνω. Τώρα όταν θα έβγαινα στο δρόμο θα με σταματούσαν οι περαστικοί; Και γιατί με ενδιέφερε να μου μιλάνε άγνωστοι; Μήπως ο μπαμπάς δεν έλεγε να μην μιλάω με αγνώστους; Αλλά και πάλι μήπως το έλεγε γιατί εγώ είμαι κορίτσι; Αν είσαι αγόρι επιτρέπεται να μιλάς με αγνώστους; Επιτρέπεται να το κάνεις πολλές φορές χωρίς να σε πουν πόρνη; Επιτρέπεται να πεις ότι η Βέρα είναι ένα κοπρόσκυλο και κοροϊδεύει τον κόσμο;  

Σκέφτηκα να πάρω ένα γατί. Σίγουρα θα μπορούσα να κάνω καλύτερη σύνδεση με ένα τέτοιο. Δεν θα υπήρχε κι η ανάγκη να το βγάζω βόλτα και κάνει και μικρές κουράδες. Επίσης η άμμος του θα μου θύμιζε τη θάλασσα. Μετά όμως θα μου θύμιζε και τη Βέρα. Εκείνο το πρωινό που η σκύλα άρπαξε ένα ζεστό κρουασάν με σοκολάτα από ένα ζευγάρι στην παραλία. Εγώ έκανα ότι δεν ξέρω καλά ελληνικά. Η Βέρα κατάπιε το γλυκό και τότε ευχήθηκα να τυφλωθεί όπως μου έλεγαν αφού τα σκυλιά δεν κάνει να τρώνε ζάχαρη. Κι άλλος μύθος ρε πατέρα;

Τελικά αποφάσισα να συνεχίζω να μιλάω με τους ανθρώπους στο δρόμο που με ρωτούσαν που είναι η σκυλίτσα μου; Αποκρινόμουν ότι έσπασε το ποδαράκι της όταν έτρεξε να με σώσει από έναν ληστή. Κανείς δεν υπήρχε που να μην έκλεισε το στόματα του με την παλάμη ανοιχτή, σαν να μούντζωνε υποσυνείδητα τον εαυτό του. Έτσι η Βέρα παρέμεινε σαν μια οπτασία θετικών σκέψεων και με τυραννούσε ακόμα και μετά την απαγωγή της.

Ήταν ένα λιοντάρι σε μια αίθουσα γεμάτη με χριστιανούς. Μπορούσε να κερδίσει με την αγριότητα και την ομορφιά της κάθε θρησκόληπτο θεατή. Οποιοδήποτε ήταν κάτι διαφορετικό απλά τον δάγκωνε. Μεγαλωμένη έτσι, τώρα θα κήρυττε τις αρχές της μη-ανεξιθρησκίας σε κάθε εστιατόριο κάθε γωνιάς του γαλαξία. Στα τσακίδια Βέρα.

Μετακόμισα σε ένα ημιυπόγειο. Έλεγα στους γείτονες ότι θα φύγω και με κοιτούσαν περίεργα (κι αυτοί;). Δεν καταλάβαιναν πως γίνεται να σε κλέψουν από το μπαλκόνι του τρίτου ορόφου. Δεν μπήκα σε διαδικασία να εξηγήσω για το σύστημα που χρησιμοποίησαν οι εξωγήινοι, ποιος ο λόγος άλλωστε; Το μόνο που τους ενδιέφερε ήταν να ρίχνουν κλεφτές ματιές για να εντοπίσουν τη γωνία με τις εικόνες και το καντήλι. Ίσως έπρεπε να δω εκείνο το βιντεάκι που ανέλυε πώς να φτιάξεις φανουρόπιτα με τα καλύτερα δυνατά αποτελέσματα. Δεν είχα συνδρομή σ’ εκείνο το κανάλι κι έτσι το έχασα.

Ελπίζω η Βέρα να είναι πια ένας σωρός από εντόσθια μετά τη νεκροτομή της. Ακόμα εύχομαι να μην τη ψάξουν ή κάψουν αλλά να την σκορπίσουν σε καμιά έρημο να σαπίσει. Πρέπει να ειδοποιηθούν τα όρνια να μην ακουμπήσουν τις σάρκες της. Πιστεύω ακράδαντα ότι η κακία της μπορεί να μεταδοθεί. Ίσως η ταρίχευση μέσα σε βάζα μαρμελάδας με λευκό οινόπνευμα να είναι μια καλή ιδέα. Το μόνο που θέλω είναι να σβηστεί η ύπαρξη αυτού του κοπρόσκυλου από τις αναμνήσεις μου. Δεν είχα σκεφτεί ότι υπήρχε τρόπος. Μπορούσα να αυτοκτονήσω. Θα το έκανα μετά τη μετακόμιση στο ημιυπόγειο. Θα είχαν κι έτοιμη την αφορμή. Κατάθλιψη μετά το θάνατο της σκυλίτσας της και την αλλαγή του σπιτιού της. Που να ‘ξεραν ότι ήπια τα χάπια γιατί απλά σε λίγο θα έληγαν και θα πήγαιναν χαμένα.

Παρασκευή 5 Νοεμβρίου 2021

Σχολική εκδρομή και σουρεαλιστική εξήγηση της φράσης "Τα καλά και συμφέροντα τις τσέπες ημών" (ή Ποιητική Αδεία και Τραπεζική Αργία)

Ο κύριος ζήτησε να αναφωνήσει όλη η τάξη 'Ζήτω ο υποχρεωτικός εθελοντισμός'. Το κάναμε. Κανείς μας δεν ρώτησε τι διάολο σήμαινε αυτό. Το βασικό ήταν ότι μας υποσχέθηκε μισό βαθμό παραπάνω. Στα κορίτσια θα έδινε ακόμα κι ένα βαθμό αν το χρειαζόντουσαν. Πάντα τα κορίτσια χρειαζόντουσαν κάτι παραπάνω. Κι ο δάσκαλος ήταν εκεί, πάντα, για τα κορίτσια. Άλλαξα πλευρό κι άρχισα να ανταλλάσσω χαρακτήρες μέσω bluetooth με τον πισινό του διπλανού μου. 

Τελικά αποφασίστηκε να πραγματοποιηθεί ο πρωινός περίπατος της τάξης. Θα πηγαίναμε επίσκεψη στις εγκαταστάσεις του Μετρό Θεσσαλονίκης. Ο δάσκαλος είπε ότι είχε έναν συμμαθητή του που ξεκίνησε από τους πρώτους στις εργασίες στην ιστορική τρύπα της Εγνατίας, κοντά στα πανεπιστήμια και σήμερα που ήταν η τελευταία μέρα πριν τη σύνταξη θα μας ξεναγούσε. Ήταν πολύ τυχερός λέει, γιατί έκανε μια λαμπρή καριέρα και σταδιοδρομία σε ένα έργο που δεν ολοκληρώθηκε ποτέ. Ήταν τιμή μας τόνισε, αν και παρατήρησα μία περίεργη έκφραση στο πρόωρα ρυτιδιασμένο πρόσωπο του. Συμφωνήσαμε μέσα στον ενθουσιασμό μας για τον περίπατο.

Διασχίσαμε τους δρόμους που ήταν μποτιλιαρισμένοι. Αφήσαμε λίγα λουλούδια που κλέψαμε από την πρωινή εκδήλωση του σχολείου στο σημείο που μια συμμαθήτρια είχε σκοτωθεί από ένα φορτηγό. Ήταν πάνω στον ειδικό ποδηλατόδρομο που τα αμάξια χρησιμοποιούν για ολιγόλεπτη πρωινή ή ολονύκτια στάθμευση. Όταν φτάσαμε στο σταθμό της Αγγελάκη μας περίμενε ένας σεκιουριτάς για να μας κάνει διάλεξη για θέματα ασφαλείας καθώς και να εκτελέσει την εντολή για φωτογράφηση. Επειδή δεν χαμογελούσα με έβαλαν στο πίσω μέρος της τάξης. Μου έχει ξανασυμβεί. Δεν έπαψα να γκρινιάζω για να δείξω ότι με ενοχλούσε αυτός ο διαχωρισμός μεταξύ χαμογελαστών και μουντρούχων. Δεν ήταν η πρώτη (μου) φορά.

Λίγο αργότερα κατέφθασε ο φέρελπις συνταξιούχος του Μετρό Θεσσαλονίκης. Ο δάσκαλος τον προϋπάντησε με ένα γλοιωδέστατο προοίμιο γεμάτο πλούσιο λεξιλόγιο που διέκρινες τον θαυμασμό και τη ζήλεια του για τον παλιό συμμαθητή του. Ακολούθησε μια αναφορά σε διατάξεις που θύμιζαν την πρωινή ομιλία του υποχρεωτικού εθελοντισμού με προεκτάσεις στο φορολογικό και ασφαλιστικό σύστημα της κυβέρνησης. Έπειτα εκείνος, αφού σταμάτησε να χασμουριέται και να ξύνει τη μύτη του με έναν ιδιαίτερο ζήλο (προφανώς λόγω της εμπειρίας χρήσης του παλαιού μετροπόντικα) ξεκίνησε να απαριθμεί ημερομηνίες από το μακρινό παρελθόν της σκαμμένης ασφάλτου και τις διάνθιζε με ονόματα δημάρχων και πρωθυπουργών. Νομίζαμε ότι είχαμε έρθει εκδρομή αλλά κάναμε λάθος. Επανάληψη των κενών λόγων και του χτυπήματος στην πλάτη. Έκανα στο πλάι λίγο πρασινωπό εμετό και μάσησα μια τσίχλα νικοτίνης γιατί ο δάσκαλος είπε ότι θα μύριζα και δεν είχε κάτι άλλο να μου δώσει.

Στο λαβύρινθο κάτω από τη ΔΕΘ τα πράγματα είχαν μεγάλο ενδιαφέρον. Ψόφιοι ποντικοί, λύματα, παλιές αφίσες που απεικόνιζαν τρένα και επιβάτες, διάφορα πολιτικά λάβαρα και σημαίες πάνω σε αρχαίες πέτρες και πολλά αποτσίγαρα κοντά στα σημεία εξαερισμού. Εμείς πιστεύαμε ότι θα μας ανεβάσουν και σε κάποιο συρμό, έτσι για τη φάση. Φυσικά ο οδηγός είχε διάλειμμα για κολατσιό και ήταν ο μοναδικός που είχε το κλειδί. Δεν πειράζει μας είπε ο υπάλληλος με τη μεγάλη κοιλιά και τα λίγα μαλλιά που συστήθηκε ως δεύτερος τη τάξη αρχαιότερος μισθωτός του Μετρό Θεσσαλονίκης, αν έχετε ανέβει σε λεωφορείο της γραμμής είναι το ίδιο, απλά εδώ (θα) πληρώνεις εισιτήριο, πρόσθεσε καθώς γυρνούσε την πλάτη.

Η μέρα μας ολοκληρώθηκε στα σκαλοπάτια. Εκεί καθίσαμε και επιτέλους βρήκαμε δωρεάν ασύρματο δίκτυο από κάποιο γραφείο νέου πολιτικού κόμματος. Εγώ έπαιξα ένα γύρο με τα άλλα αγόρια και τα κορίτσια είδαν ένα επεισόδιο από χθεσινοβραδινό reallity show σε επανάληψη με τις απαραίτητες παύσεις για σχολιασμό και stories. Όταν κοίταξα λίγο τον ουρανό μου φάνηκε σαν κάποιος γάιδαρος να πετούσε μαζί με ένα κοπάδι γλάρων. Δεν έδωσα σημασία. Περισσότερο φοβήθηκα μην με κουτσουλήσει ο γάιδαρος και μετά άντε να το δικαιολογήσω αυτό στην Δέσποινούλα που τόσο με ενδιαφέρει. αλλά αυτή είναι λεσβία.

Είναι αδύνατο να συνδέσεις τα σημεία του παρελθόντος και του παρόντος όταν ζεις μέσα σε ένα παρανοϊκό περιβάλλον. Αυτή η επανάληψη μεταξύ των ζωών των γονέων και των τέκνων, πασπαλισμένη με ολίγη από χριστιανική αγωγή και κοινωνική αδιαφορία σε κάνει να μπερδεύεσαι. Δεν καταλαβαίνεις αν ζεις μια στιγμή ένδοξου παρελθόντος ή το μέλλον με τις δάφνες για να νοστιμίσουν τις φακές της μάνας σου.

Ένα σύνθημα με γκράφιτι έγραφε ΒΑΛΤΕ ΤΟ ΜΕΤΡΟ ΣΤΟΝ ΚΩΛΟ ΣΑΣ και η Ανθούλα, προφανώς λόγω των κεφαλαίων γραμμάτων, ρώτησε το δάσκαλο αν εννοούσε ο ποιητής κάποιο χάρακα και τι μεγέθους. Εκείνος απλά μειδίασε και της είπε ότι δεν ήταν αναγκασμένος να απαντάει σε ηλίθιες ερωτήσεις εκτός διδασκαλικής αίθουσας. Το κλίμα βάρυνε χωρίς καν να έχουμε φάει τραγανό κουλούρι Θεσσαλονίκης κι η Τζούλη αποφάσισε να το ελαφρύνει ανεβάζοντας τη φωτογραφία της τάξης στο εργοτάξιο στα social της και tagάρωντας τον ηρωικό συνταξιούχο του Μετρό Θεσσαλονίκης.

Κατευθυνθήκαμε όλοι προς το σχολείο. Ο Τζώρτζ έφυγε στην Αρχιτεκτονική. Η παρέα όλοι πήγε στα εργαστήρια Πληροφορικής. Η Φανή είχε να δώσει το τελευταίο μάθημα Κομμωτικής, ενώ η κολλητή της Αντζελίνα ντύθηκε κατάλληλα για τη διάλεξη της Κβαντικής Φιλοσοφίας. Εγώ έμεινα να αναρωτιέμαι αν έχω μεγαλώσει τόσο ή απλά ξέχασα να παίξω τα Κάστρα και Πολιορκητές όσο έπρεπε πριν η μαμά πετάξει το κουτί γιατί μεγάλωσα αρκετά. 

Το τέλος της μικρής ιστορίας διαδραματίζεται σε ένα άγνωστο χρονικό σημείο. Δεν μπορώ να αναγνωρίσω την εποχή, ίδια παμπάλαια από την υγρασία κτίρια με ανακαινισμένα κουφώματα, ίδια αυτοκίνητα ανεξαρτήτου καυσίμου, ίδιες αγορίστικες τρίχες τριμαρισμένες με 3 ευρώ και πολύ-φωτογραφημένες. Αηδία ακόμα και μια μέρα πριν τη μεγάλη γιορτή στο μικρό αμφιθέατρο κατά παρέκκλιση των κανόνων εορτασμού σημαντικών ημερομηνιών από το καλεντάρι της ιστορίας μας. Αριθμοί, γράμματα και θεωρίες στο τσουκάλι της παράνοιας.

Τετάρτη 25 Αυγούστου 2021

Άλλη μία Ιστορία με Αγρίους

Με γρήγορα βήματα μπήκα μέσα στον Ναυτικό Όμιλο Θεσσαλονίκης. Είχα σχέδιο. Έκανα την εγγραφή, μια ικανοποιητική επένδυση για το μέλλον μου και ζήτησα το χρονοδιάγραμμα των φθινοπωρινών μαθημάτων και της πρώτης εκδρομής. Έπειτα πήγα κατευθείαν στην τράπεζα, είχα δηλώσει πρωινή αδιαθεσία και κανείς δεν το έψαξε παραπάνω.

Τη στεναχώρια της μάνας μου που δεν πέρασα στο δημόσιο δεν την άντεχα άλλο. Τελείωσα το Οικονομικό κι έπρεπε να είχα γίνει εφοριακός. Βέβαια κι αυτή τίποτα δεν κατάφερε, παρόλα αυτά τσεπώνει τη σύνταξη του μπαμπά που πέθανε και συζεί παρατύπως με έναν ψάλτη. Αυτός όλο της ζητάει να μνηστευτούν όμως όταν του εξήγησε ότι ο νεκρός στρατιωτικός θα την πληρώνει για πάντα κι αυτό το αρκουδιάρικο panda θα εξαφανιστεί αν μνηστευτούν, πήγε εξομολογήθηκε και δεν το ξανάφερε στην επιφάνεια σαν σκατό ποτέ. 

Η αδελφή μου είχε επίσης σχέση με την εκκλησία. Σαν άπορο παιδί χωρίς πατέρα δεν είχε αφήσει κατηχητικό για κατηχητικό και ίδρυμα για ίδρυμα. Ώσπου πήρε με την αξία της την υποτροφία στην Αμερική κι έκανε την πόλη μας περήφανη. Βασικά την εκκλησία μας περήφανη, ούτε καν εμάς γιατί εκείνο το διάστημα ασχολούμασταν με το διαζύγιο της μεγάλης αδερφής και το παιδί που της άφησε σαν σουβενίρ. Είχα μαθητεύσει καλά ανάμεσα στις τρεις τους. Εγώ είχα σχέδιο.

Οπότε και γράφτηκα κατευθείαν στην πρώτη εκδρομή μόλις έκανα τη βασική εκπαίδευση. Πήρα την ευχή της μάνας και τις συμβουλές του αρσενικού που μεταξύ μας αποκαλούσαμε ''πατριό-ψάλτη'' κι έφυγα νωρίτερα εκείνη την Παρασκευή. Μέχρι το λιμάνι στη Θεσσαλονίκη πήγα με τον προϊστάμενο που άλλο δεν ήθελε να μου εξηγήσει πως θα κάνω μεγάλη καριέρα. Εγώ είχα σχέδιο δεν χρειαζόμουν παρά μια μικρή περιπέτεια.

Φυσικά κανείς δεν φανταζόταν ότι δεν είχα καμιά περιουσία. Πλατινέ μαλλί στο κατάλληλο ύψος για να μου προσθέτει κάτι στο 1 μέτρο μου και τα 59 ολόκληρα εκατοστά μου. Στο πλήρωμα των αρχαρίων ήμουν η μόνη κοπέλα. Είχα να διαλέξω ανάμεσα σε δυο απόφοιτους του Ανατόλια, έναν εντρεπρενέρ που με τα λεφτά του μπαμπά είχε ήδη τρεις επιτυχημένες επιχειρήσεις κι έναν μπασκετμπολίστα. 

Όταν παντρεύτηκα τον εργάτη από το εργοστάσιο στην εκκλησία έψελναν την ύμνο της παρθένας. Μεγάλη τιμή και φυσικά πήρα και καλό δώρο από τον μητροπολίτη. Το περίεργο ήταν ότι η μικρή αδερφή γούσταρε τον απόφοιτο νούμερο δύο. Η άτιμη δεν χρειάστηκε να κάνει μαθήματα ιστιοπλοΐας. Για μήνα του μέλιτος πήγαμε να μείνω έγκυος στη Χαλκιδική τον Οκτώβρη. Σε πολύ καλή τιμή κλείσαμε το δωμάτιο για τρεις μέρες. Δεν χρειάστηκα πολύ κι έπλενα και μόνη τα σεντόνια. Στην τράπεζα έμαθα να κάνω καλές επενδύσεις.

Τρίτη 24 Αυγούστου 2021

Εσύ, Αναγεννιέσαι / You, Are reborn

Εσύ, Αναγεννιέσαι  
 
 
 
Το νιώθεις να έρχεται, μικρές καυτές ανάσες από τους λύκους που πετάνε.
Τα πόδια σου τρέμουν κι όμως θέλεις να κοιτάξεις ψηλά, εκεί στο πλάι, 
ανάμεσα του φεγγαριού και ενός μικρού μετεωρίτη που σέρνει νέφη φωτιάς.

 
Συμβαίνει κάθε φορά που αναπνέεις τις παχιές φωνές των κυνηγών αυτών,
ελπίζεις να μην είναι η τελευταία κι όλο αργούν να ξανάρθουν, όλο αργούν
και το νιώθεις να έρχεται και να φεύγει αφήνοντας στάχτη και όνειρα χαμένα. 
 
 
Ήταν δική σου απόφαση, καθώς γύριζες τις σελίδες που δεν έπρεπε,
βγήκε ο τελευταίος κριτής, ο τελευταίος αφιερωμένος στο Θεό, ο Σαμψών.
Φάνηκε ανάμεσα στα σύννεφα και το διάστημα, εκεί που μαλώνουν οι πλούσιοι.
 
 
Συνέβη αυτή τη φορά, να στέλνει λύκους με μικρές φωτιές δεμένες στις ουρές τους
για να κάψουν αυτή τη γη. Οι άλλοι δεν μπορούν να ξεχωρίσουν τις πέτρες απ' τις φλόγες,
μαζεύουν τις περιουσίες τους. Εσύ είσαι συνεργός. Δεν έχεις επαφή με νεκρούς.

 
 
You, Are reborn
 
You feel it coming, small hot breaths from the flying wolves. 
Your legs are shaking and yet you want to look up, to the side, 
between the moon and a small meteor crawling clouds of fire. 

It happens every time you breathe the thick voices of these hunters, 
you hope it is not the last and they are always late, they are late 
and you feel it coming and going leaving ashes and dreams lost.
 
It was your decision, as you turned the pages you should not,
The last judge, the last one dedicated to God, Samson, came out.
It appeared between the clouds and space, where the rich quarrel.
 
It happened this time, sending wolves with
firebrands tied in their tails
to burn this land of. The others can not distinguish the stones from the flames,
they amass their possessions. You are an accomplice. You have no contact with the dead. 
 
 

Σάββατο 14 Αυγούστου 2021

Εγώ καλύτερα

Είχε μέρες να κάνει ανάρτηση, λογικά σκέφτηκα ότι πέθανε. Δεν υπήρχε ηλεκτρονικό στοιχείο του εδώ και λίγο καιρό. Πέρασα αρκετές ώρες θλιμμένος, θρηνώντας και παράλληλα δημοσιεύοντας λυπητερές φωτογραφίες και αντίστοιχα στιχάκια. Άλλαξα και το πρόσωπο - εικονίδιο στα διάφορα κανάλια που χρησιμοποιώ. 

Μου πήρε μερικές μέρες να ετοιμάσω την ηλεκτρονική τελετή. Έπρεπε να βιαστώ γιατί συνήθως το νεκρό σώμα μυρίζει εύκολα και ίσως οι γείτονες το ανακάλυπταν και ήταν πιο γρήγοροι από εμένα. Τώρα τον Αύγουστο όλοι ασχολούνται με τον καύσωνα και τις φωτιές, όμως σε λίγες μέρες που δεν θα έχουν άλλα θέματα θα χτυπήσω εγώ.


Έφτιαξα ένα κείμενο και έβαλα μερικές φωτογραφίες από την κοινή μας πορεία. Είναι όλες παλιές επειδή τα τελευταία κινητά μου τα έχασα και δεν είχα συνδέσει με τις συσκευές με τα ηλεκτρονικά μου μέσα. Επίσης φαίνομαι καλύτερος πριν καμιά δεκαριά χρόνια. Πρέπει να είμαι πιο εμφανίσιμος από τον νεκρό. Αυτός θα κερδίσει τη λύπηση, εγώ τις εντυπώσεις.


Κατάφερα να προλάβω τους μνηστήρες τελικά. Δημοσίευσα ένα δακρύβρεχτο κείμενο που τελειοποίησα αντιγράφοντας τυχαίες νεκρολογίες καλλιτεχνών. Περιείχε υπερβολές και ανακρίβειες αλλά ποιος θα με αμφισβητούσε μέσα στη λύπη και το πένθος μου; Ήδη τις πρώτες ώρες επικοινώνησαν μαζί μου διάφορες μεσήλικες μοναχικές γυναίκες και μερικοί άντρες. Έστειλα σε όλους ευχαριστήρια μηνύματα και το ψευδώνυμό μου στις εφαρμογές συναντήσεων.


Διαχειρίζομαι τις δωρεές με μεγάλη σύνεση. Μετατρέπω κατευθείαν τα ποσά σε ένα νέο ασιατικό κρυπτονόμισμα. Ήδη βρέθηκαν οι πρώτοι συγγενείς και ψάχνουν να δουν την οικονομική κατάσταση του εκλιπόντος φίλου μου. Είχα κατοχυρώσει από την πρώτη στιγμή την εξ αγχιστείας σχέση μας οπότε θα τους πάρει πολύ χρόνο να με αμφισβητήσουν. 


Έκανα την τελετή. Δεν υπάρχει άλλο σε κανένα ηλεκτρονικό μέσο. Το περίεργο είναι ότι έλαβα μια ειδοποίηση τη στιγμή που διέγραφα τους λογαριασμούς του. 


“Είχα χάσει τις αισθήσεις μου για λίγες ώρες. Είμαι αδιάθετος και χωρίς αντοχή στο κρεβάτι. Κάποιος έχει δεσμεύσει όλες τις κάρτες μου και δεν μπορώ να επικοινωνήσω με τους δικούς μου. Σε παρακαλώ είσαι ο μόνος που ξέρει που μένω. Έλα μόλις μπορέσεις.”


Είχε μέρες να κάνει ανάρτηση, λογικά σκέφτηκα ότι πέθανε. Δεν υπήρχε ηλεκτρονικό στοιχείο του εδώ και λίγο καιρό. Επίσης είχα περάσει αρκετές ώρες θλιμμένος, θρηνώντας και παράλληλα δημοσιεύοντας λυπητερές φωτογραφίες και αντίστοιχα στιχάκια. Άσε που άλλαξα και το πρόσωπο - εικονίδιο στα διάφορα κανάλια που χρησιμοποιώ και δεν μου επιτρέπεται να το ξανακάνω τόσο σύντομα. Είμαι άνθρωπος που εμμένω στις αποφάσεις μου εγώ.


Διέγραψα το μήνυμα και μετέφερα όλα τα ποσά μου στο όνομα ενός άλλου νεκρού φίλου. Είναι τόσο όμορφο να έχεις μοναχικές παρέες.


Τρίτη 3 Αυγούστου 2021

Και δεν έζησε κανένας από εμάς, μόνο αυτοί καλύτερα

Ξεκίνησαν να παίρνουν φωτιά τα αμάξια ένα - ένα. Πρώτα αυτοί που έβαζαν εν γνώση τους νοθευμένο πετρέλαιο. Αγροτικά, τρακτέρ και επαγγελματικά φορτηγά. Ήταν οι έξυπνοι που έκλεβαν για να αποκτήσουν περισσότερα δέντρα, χωράφια, διαμερίσματα και κινητές αξίες. Κακή συντήρηση και καύσιμα χαμηλής ποιότητας ήταν τα συστατικά για τα πρώτα μπαμ στους δρόμους. 


Στη συνέχεια πήραν φωτιά τα ξερά χόρτα που ο αέρας έφερε δίπλα στους φράχτες και μέσα στις αυλές των σπιτιών στους μικρούς οικισμούς. Η οδηγία για όργωμα των χωραφιών μετά τη συγκομιδή ήταν το λιγότερο αστεία. Έτσι άρχισαν οι πυρκαγιές μέσα στους οικισμούς. Μετά ξεκίνησαν οι διακοπές ρεύματος λόγω της υπερβολικής κατανάλωσης. Τα λόγια μιας πλουσίας που διέμενε σε υπόγειο λόγω καύσωνα έγιναν τίτλοι έκτακτων ειδήσεων. Μην μαγειρεύετε, μην πλένετε, μην χρησιμοποιείτε τηλεοράσεις και τηλέφωνα. Τίποτα! Το ρεύμα σταμάτησε νωρίς το μεσημέρι. 


Ο πρώτος απολογισμός είχε να κάνει με την ολοσχερή καταστροφή 76 χωριών και την πλήρη στέρηση ρεύματων 95 πόλεων σε ολόκληρη την επικράτεια. Για τα νησιά ήταν αδύνατο να υπάρξει ενημέρωση. Μόνο κάποια τεράστια γκριζωπά σύννεφα φαινόντουσαν πάνω από το νότιο πέλαγος και ερμηνεύτηκε ως καταδίκη του μεγαλύτερου εξ αυτών. 


Με την μη δυνατότητα ανεβάσματος ιστοριών κι ανταλλαγής μηνυμάτων οι πολίτες, σωστά ενημερωμένοι και με σώας τας φρένας βγήκαν μαζικά στους δρόμους. Η πλήρη αφυδάτωση από τις θερμοκρασίες των παραπάνω από 50 βαθμών που ανέβαζε η άσφαλτος και η έλλειψη ανανέωσης οξυγόνου έκανε τα πτώματα να μετατρέπονται μέσα σε ελάχιστο χρόνο σε μούμιες. Η πρωτεύουσα είχε την εικόνα ενός αστικού πολέμου που μόλις είχε τελειώσει με νίκη εξωγήινων δυνάμεων.


Τελικά χρειάστηκαν μόνο μερικές εβδομάδες. Η χώρα καταστράφηκε παρέχοντας έτσι μια μοναδική ευκαιρία απασχόλησης των διεθνών μέσων ενημέρωσης αλλά και μια πηγή έμπνευσης στους πετυχημένους συγγραφείς της εποχής. Τα συνδρομητικά κανάλια παρείχαν για τα μελλοντικά δικαιώματα ποσά που θα ξοφλούσαν εις διπλούν τα χρέη της χώρας πριν το τέλος της. Έμειναν κάποια πλυντήρια πιάτων να χτυπάνε αέναα τα κουδουνάκια ολοκλήρωσης πλύσης και μερικά κινητά να αναβοσβήνουν οι ενημερώσεις. Ήταν ένα πανέμορφο τέλος, ισάξια της μεγάλης ιστορίας και της αρχαίας συνεισφοράς της χώρας σε ολόκληρο το συγκινημένο παγκόσμιο χωριό.


Η αναμενόμενη επιστροφή που καθυστερεί και οι καμένες μπάμιες

 Μανώλη, τα πράγματα δεν είναι καλά. Το καλοκαίρι έπιασαν κάτι φωτιές γύρω απ’ το εξοχικό μας και φοβήθηκα μη φτάσουν στον αυλόγυρο. Πάλι καλά που είναι από το γερό και ψηλό συρματόπλεγμα που είχες κλέψει απ’ τα χωράφια πριν χτίσουμε. Φοβήθηκα μην πλησιάσουν οι φλόγες το ντεπόζιτο με το πετρέλαιο θέρμανσης που αγοράζεις κάθε χειμώνα στ’ όνομα του νεκρού παππού μου. Ήθελα επίσης να σου θυμίσω ότι με βάση το τελευταίο αλλαγμένο πιστοποιητικό που καταθέσαμε στον δημοτικό υπάλληλο που πληρώνεις με τενεκέδες νοθευμένο λάδι, ο παππούς είναι πια ο μακροβιότερος κάτοικος της Ελλάδας μας. Είμαι περήφανη κι ας είναι νεκρός, αυτό είναι ότι καλύτερο έχει καταφέρει, ζωντανός ή νεκρός. Όπως έλεγες κι εσύ, που ξες… μπορεί να φτάσει και τα 130!

Από την άλλη όταν περάσει αυτός ο καύσωνας ίσως έχουμε και πάλι θέμα με τις φθινοπωρινές βροχές. Πέρυσι παραλίγο να φύγουμε και να μην παρατηρήσουμε ότι φάνηκαν λιγάκι οι σκελετοί στον κήπο. Τι περίεργες χρονιές τότε που ήμασταν νέοι. Πήγαινες εσύ με το ψάθινο καπελάκι σου στο λιμάνι και ψάρευες μαεστρικά τους τουρίστες. Συνήθως έφερνες γυναικείες παρέες αλλά όταν με έβλεπες στεναχωρημένη επέλεγες και κανένα ζευγαράκι μες στα μέλια. Τότε εγώ μαγείρευα τα καλύτερα φαγητά μου. Μου έλεγες πάντα ότι πρέπει να πεθάνουν καλοταϊσμένοι. Εσύ αναλάμβανες τη διασκέδαση τους κι εγώ τον τεμαχισμό. Μαζί κι αγαπημένοι κάθε τέλος της σεζόν σκαλίζαμε τον κήπο και παραχώναμε τα υπολείμματα τους κάτω από πέτρες και σάπιες ρίζες. Τι ντομάτες και τι κολοκυθάκια έβγαζαν εκείνα τα χώματα! Φαίνεται το εισαγόμενο λίπασμα είναι το καλύτερο. 

Τώρα γιατί σου είπα στην αρχή ότι τα πράγματα δεν είναι καλά; Άρχισαν να έρχονται από εδώ τα ανίψια σου. Ρωτάνε για την κληρονομιά του αδερφού σου. Μάλλον τους δασκάλεψε εκείνος ο δικηγορίσκος που είχες χρησιμοποιήσει για να γράψεις την πλαστή διαθήκη της γριάς σου. Αυτοί χτυπάνε το κουδούνι ευγενικά κι εγώ τους βρίζω όπως μου έμαθες. Αν αργούν να φύγουν πετάω βρομόνερα πάνω τους και σαν τελικό όπλο βγαίνω γυμνή στο μπαλκόνι, χτυπάω την πλάτη μου δυο φορές με μια ζώνη σου και φωνάζω ότι αυτοί είναι που με βιάσανε πέρυσι. Είμαι η καλύτερη μαθητριούλα σου, ε Μανώλη;

Εσύ τώρα πότε θα επιστρέψεις; Τα λεφτά που μου άφησες κρυμμένα στον πλάτανο δεν τα βρίσκω. Ήταν μέσα στο τσίγκινο κουτί από τα μπισκότα της Γερμανίας, όπως τα είχα βγάλει τότε μέσα στην κρίση από τα γκισέ των τραπεζών. Οι οικονομίες όλης της οικογένειας μου. Πάλι καλά που έκανες τότε εκείνο το κόλπο με το στημένο αυτοκινητιστικό ατύχημα και ξεκληρίστηκαν όλοι. Αλλιώς ακόμα θα μαλώναμε που τους πήρα όλες τις καταθέσεις. Τις άξιζα όπως μου έλεγες, αφού είμαι η πιο κακοφτιαγμένη άρα θα έπρεπε κι εσύ να αποζημιωθείς γι’ αυτή τη θυσία σου. Όμως δεν το βρίσκω το κουτί κι εσύ αργείς να επιστρέψεις. Έλα πίσω και δεν θα σου κρατώ κακία αν πήγες πάλι με ανήλικα αγόρια. Έτσι κι αλλιώς εμείς είμαστε άνθρωποι του σήμερα κι όχι παλιομοδήτες όπως μου έλεγες πάντα.

Μαγείρεψα σήμερα το αγαπημένο σου φαγητό. Θυμάσαι; Κάθε φορά που έκανα μπάμιες μου έλεγες να τις βάλω… ξες εσύ. Κι εγώ νόμιζα ότι αυτό ήταν το σύνθημα για να πέσω στο κρεβάτι. Και καιγόντουσαν αυτές όπως κι εγώ όσο σε περίμενα. Εσύ έλεγες αν δεν έβρισκες εκείνα τα χάλκινα αρχαία δεν θα επιστρέψεις. Γεμάτο το υπόγειο με μάρμαρα και κάτι φλουριά που κανείς δεν τα ήθελε. Έφταιγε που ξέρανε πως μπήκε ο μονάκριβος μας γιος φυλακή για αρχαιοκαπηλία. Σε κάλυψε το παιδί Μανώλη μου. Έτσι δεν είναι; Δεν έπρεπε να φύγεις με την αρραβωνιαστικιά του. Τώρα που είσαι; Θα αργήσεις κι άλλο; Σε συγχωρώ. Έλα να αρχίσουμε μια καινούργια ζωή μαζί σαν ερωτευμένα πιτσουνάκια που δεν μας ενδιαφέρει τίποτα άλλο πέρα από την ανιδιοτελή χαρά μας. 

Δευτέρα 2 Αυγούστου 2021

Ολιγόλεπτο διάλειμμα στο τέλος της βάρδιας, στο διάδρομο, έξω απ’ το ασανσέρ

(Αρκετά χρόνια άνεργος. Έπαιρνα τα επιδόματα. Είχα κι ένα χωραφάκι που έκλεψε στα χαρτιά απ’ τη γριά γερόντισσα ο πατέρας μου, το πούλησα μόλις πέθανε κι έχασα τη σύνταξή του. Έφτασα έτσι να ζω μέχρι τα 50 μου. Μετά έκαναν απόβαση οι μετανάστες. Παράνομοι και τεμπέληδες. Μου πήρανε όλα τα επιδόματα και τις κρατικές διευκολύνσεις. Μέχρι και σπίτι τους έδωσαν στον ίδιο όροφο με το δικό μου. Ήρθε η Οργάνωση και μου έκανε έξωση. Καλύτερα. Βρομούσαν. Σταμάτησα να διακανονίζω τα δάνεια και τις κάρτες μου. Δεν είχα λεφτά ούτε να πάω στις ανήλικες. Ποιος εγώ! Που πάντα ψήφιζα με σημειωμένο ψηφοδέλτιο κι είχα χαλάσει τα μισά προσημειωμένα χαρτονομίσματα του βουλευτή μου σ’ όλα τα περίπτερα της επαρχίας. Έτσι βρέθηκα εδώ στο νησί. Ένα παλικάρι δικό μας με σύστησε σαν τον καλύτερο θερμαστή από το Τζιμπουτί. Δεν έχω ιδέα τι εννοεί αλλά μου ανέθεσαν να βολτάρω με τα σκυλιά των πελατών. Το κάνω. Μαζεύω σκυλίσια σκατά και χτενίζω σκυλίσια κορμιά. Ένα βράδυ βρήκα μια όμορφη ξένη, ορθόδοξη με το σταυρό πάνω από την μπλούζα και τα μαλλιά κότσο πάνω ψηλά. Σίγουρα λόγω ηλικίας δεν μπορεί να μου ζητήσει πολλά. Της κάνω και χάρη σχεδόν. Θα γνωρίσει τον γνήσιο ελληνικό έρωτα. Γιατί εγώ αν και δεν μου φαίνεται μπορώ ν’ αντέξω πολύ ώρα στο κρεβάτι αν το κλιματιστικό δεν μου χτυπά την πλάτη. Μου είπε την ιστορία της ενώ εγώ αναρωτιόμουν απλά πόσα θέλει για να το κάνω μαζί της. Δεν πιστεύω να μιλάει τόσο για να ζητήσει περισσότερα από τη γνωστή ταρίφα; Αν είναι έτσι θα την κοροϊδέψω και δεν θα πληρώσω. Μας τρώνε τις δουλειές αυτοί όλοι.)


Κοίταξε παιδί μου, είμαι 68 ετών και ο λόγος που επιλέχθηκα να έρθω στην Ελλάδα γι’ αυτές τις “διακοπές” είναι η εμφάνισή μου. Βλέπεις μεγάλωσα τότε σε ‘κείνα τα χρόνια που ο κομμουνισμός σβαρνούσε τη μεγάλη χώρα. Μετά, με τη διάλυση, αν και σε μικρή ηλικία και πάρα πολύ όμορφη κατά ομολογία ανθρώπων εκτός της οικογενείας μου, δεν μπλέχτηκα στα νέα οικογενειακά και πολιτικά τζάκια. Τότε με εκμεταλλεύτηκαν οι περαστικοί στρατιώτες. 


Φτωχή στην αρχή της ζωής μου, φτωχότερη μετά. Επί χρόνια πουλούσα τα παλιά υπάρχοντα της οικογενείας μου έξω από σταθμούς του μετρό. Αρχικά σε τουρίστες και κατόπιν σε ντόπιους που μου έλεγαν ότι τα διοχετεύουν μέσω διαδικτύου στο εξωτερικό. Κονκάρδες, ραδιόφωνα, στολές, μέχρι και βρακιά με το σφυροδρέπανο θέλουν οι λαίμαργοι συλλέκτες κάθε εποχής. Έπειτα κι αυτά τελειώσανε κι έμεινα στην έκτη δεκαετία μου να γυροφέρνω τους κάδους των πλούσιων συνοικιών. Εκεί με εκμεταλλεύτηκαν οι τυχεροί υπηρέτες των πλουσίων. 


Αυτή την άνοιξη με πλησίασε ένας νεαρός άντρας, μου έδωσε μια δυνατή γροθιά στην κοιλιά και με κλώτσησε στο πεζοδρόμιο. Δίπλα στεκόταν ένα κατάμαυρο αμάξι και δύο τεράστιοι σωματοφύλακες, ενώ από το χαμηλωμένο τζάμι μας κοιτούσε μια πολύ όμορφη νέα γυναίκα. Δεν αντέδρασα. Αρχικά σκέφτηκα να φωνάξω το ζευγάρι των αστυνομικών που είχα δει πριν λίγα λεπτά, αποκλείεται να είχαν απομακρυνθεί. Όμως κατευθείαν σκέφτηκα τις σχέσεις που είχε αυτή η τάξη με αυτά τα όργανα που τρέφονται με πράσινα χαρτονομίσματα. Έκατσα διπλωμένη στο δρόμο. Δεν έκλαψα. Δεν ήταν η πρώτη φορά. Τότε με εκμεταλλεύτηκαν οι σωματώδεις άντρες και ο νεαρός κρατούσε μπροστά στο σώμα μου το κινητό του.


Έπειτα η κοπέλα φώναξε ότι επιλέχθηκα και οι σωματοφύλακες σήκωσαν τα παντελόνια τους και με άρπαξαν από τα χέρια για να με τοποθετήσουν μπροστά στον άντρα. Μου ανακοίνωσε ότι ήταν η τυχερή μου μέρα. Χωρίς να με κοιτάξει ούτε μια στιγμή δήλωσε ότι ξέρει τα πάντα για μένα κι ότι θα κάνω ένα μεγάλο ταξίδι. Έτσι βρέθηκα στην Ελλάδα. Με θεωρούν άσχημη, άκακη αλλά και ικανή να τα φέρω βόλτα αυτά τα διαβολάκια παιδάκια τους. Δεν έχουν άδικο. Όλη τη μέρα τρέχω πίσω τους. 


Μου δίνουν κάτι χάπια σε διαφορετικά μπουκαλάκια. Το κόκκινο ανοιχτό είναι για το πρωί. Να ξυπνάω σαν γνήσια Ρώσα μητέρα για να υπηρετεί το αφεντικό και τα παιδιά του. Το κόκκινο σκούρο είναι για το βράδυ. Να κοιμάμαι σαν γνήσια Ρώσα γυναίκα για να μην καταλαβαίνω τι γίνεται μέσα στους πληρωμένους τοίχους. 


Όμως έτσι γνώρισα και την Ελλάδα. Δηλαδή να αυτές τις παραλίες, τον καυτό ήλιο και τα ωραία μπουκαλάκια με νερό. Στην αρχή είναι δροσερό το νερό. Μετά η ζέστη το κάνει σαν αραιωμένο μοσχοβίτικο τσάι. Βλέπω κι άλλες “οικογένειες” που δεν τις ξεχωρίζεις εύκολα. Η χώρα αυτή είναι το ολιγόωρο πάρκινγκ των συμπολιτών μου. Αυτών που μπορούν να βγουν με διαβατήριο και γεμάτο πορτοφόλι. Αυτών που οι τσέπες αφράτεψαν από τις γυναίκες, τα όπλα, το πετρέλαιο και τα τρόφιμα που έσπρωξαν εκείνα τα χρόνια της “επανάστασης”. 


Αντέχω ακόμα. Δεν μπορώ να κάνω κι αλλιώς. Με αγόρασαν χωρίς κανένα αντίτιμο. Έχουν στείλει τους σωματοφύλακες να βρουν τις κόρες και το γιό μου. Κανείς δεν ομολογεί τι έγινε. Τα παιδιά δεν μιλάνε γι’ αυτό. Μου λένε ότι προσεύχονται κάθε μέρα να αντέξω γιατί αυτά δεν θα τα καταφέρουν. Έτσι κάνω και τις διακοπές μου εδώ. Ωραία θάλασσα. Όχι δεν κολυμπώ. Αλλά είναι σαν εκείνο τον καιρό που ζούσα στους υπόγειους σταθμούς. Τι όμορφο το τρένο. Συνέχεια πήγαινε απ’ εδώ κι απ’ εκεί, σε ταξίδευε. Έτσι και το γαλάζιο αυτό νερό. Όνειρο. Είμαι τυχερή που έζησα μέχρι τώρα. Δεν πιστεύω ότι οι κόρες μου και ο γιος μου θα ‘ναι τόσο τυχεροί. Τώρα είναι η σειρά σου να με εκμεταλλευτείς γέρο μου.

Ένα ευρώ η βιολέτα, δέκα η ξαπλώστρα, οχτώ το χταπόδι (χοντρική χωρίς φπα)

Μέχρι ν’ ακουμπήσει ο πισινός του έχει καταφτάσει το ηλιοκαμένο μπόι με την γαλαζωπή μπλούζα που ‘χει κόψει τα μανίκια για να φαίνεται η αποτριχωμένη μασχάλη, η δεξιά που κρατάει τον δίσκο, η αριστερή κρύβεται πίσω από μονόχρωμα τατουάζ και μεταξωτά φύκια. Θα μιλήσω μεταφορικά, παράλληλα θα είμαι και δυο - τρεις φορές πολύ κοντά στη θερμοπληξία άρα και στην κυριολεξία.

Ο κύριος αναζητά την καλύτερη τιμή για αγορά ξαπλώστρας για να αποδείξει στην τυχαία συμβία του το ανεδαφικό της επιλογής της. Αυτή έχει ήδη κοινοποιήσει την τοποθεσία και παραγγείλει αναψυκτικό με γλυκαντικό και καφέ με σπαστό καλαμάκι από πολύ-επεξεργασμένο σιτάρι (της μόδας πριν καμιά διετία κι επίσης πάρα πολύ ακριβό όσον αφορά τη διαχείριση των πόρων για τη δημιουργία του, κάτι σαν το σύγχρονο Σισυφικό μύθο του εξαερισμού των βοοειδών στις φάρμες εκτροφής - σφαγής). 


Το μαγαζί είναι στημένο πρόχειρα και γρήγορα, αυτό πλασάρεται ως βίνταζ ή αλλιώς κατά πολύ προσεγμένη στυλιστική επιλογή. Κυρίως όμως στηρίζεται πάνω στην άποψη ότι αν ποτέ σπάσει το αντίπαλο δέος της Ελληνορθόδοξης εκκλησίας το τρίτο του πoδάρι και γίνει έλεγχος πάνω στην άμμο, θα χρειαστεί να το κατεδαφίσουν. Σ’ αυτή την περίπτωση ο προνοητικός ελεύθερος επαγγελματίας με τις δυο - τρεις επιστρεπτέες προκαταβολές και τις καταθέσεις στο στρώμα του εξοχικού στο χωριό, έχει πολλάκις μεριμνήσει κι έχει δεσμεύσει μελλοντικό συμβόλαιο με εταιρεία κινηματογράφησης. Η σκηνή θα αφορά ξεκαθάρισμα λογαριασμών των νονών και των βαπτιστικών τους στο Μαϊάμι. 


Αντί για απόδειξη τους προσφέρθηκε χωρίς καμία φειδώ μια πανέμορφη σχεδόν υφαντή χαρτοπετσέτα. Ο υπάλληλος του τετράωρου που εργάζεται αδήλωτος το μισό εικοσιτετράωρο δήλωσε με περισσό στόμφο ότι είναι πολύ πιο χρήσιμη η χαρτοπετσέτα κι επίσης διαλύεται εύκολα σε συνδυασμό με το αλατόνερο κι είναι εύγευστη για τα ψάρια. Επί της ευκαιρίας τους ενημέρωσε για μια καταπληκτική ταβέρνα με το όνομα “Μέδουσα” που θα τους έκανε μέχρι και 7.5% έκπτωση αν έλεγαν ότι έρχονται απ’ το χρυσό μπιτσόμπαρο. Απαραίτητο ν΄ αναφέρουν τ’ όνομα του για να καρπωθεί το υπόλοιπο 2,5% ως προμήθεια προσέλκυσης πελατείας. 


Εκείνο το ξημέρωμα ο παραπληγικός στα κάτω άκρα πενηντάρης είχε βγει απ’ το τροχόσπιτο σερνάμενος για το υποβρύχιο κυνήγι της ημέρας. Τρίφτηκε στην πρωινή άμμο και βούτηξε στη θάλασσα. Εκεί αισθάνεται ολόκληρος. Κατάφερε να αιχμαλωτίσει δυο χταπόδια μεσαίου μεγέθους, απ’ αυτά που έδινε για 8 ευρώ στην ταβέρνα. Μόλις γύρισε τον περίμεναν δύο λιμενικοί.


- Κύριε, βγείτε παρακαλώ. Ο σκληρός δημόσιος λειτουργός έφτυσε τις λέξεις με αηδία στο ταλαίπωρο πλάσμα. 

- Έχουμε επώνυμη καταγγελία ότι προβαίνετε επανειλημμένα σε αλιεία μαλακίων χωρίς άδεια κι έπειτα τα πωλείτε και πάλι χωρίς κανένα παραστατικό. 


Τον ατένισε με άδεια μάτια. Παραδίπλα τα χταπόδια κοιταζόντουσαν κι αυτά με απελπισία και τέντωσαν κάποια πλοκάμια τους προς την κάμερα του φέρελπι κινηματογραφιστή έτερου λιμενικού λειτουργού. Κάποτε θα ξεγλιστρούσε απ’ αυτόν τον βάλτο και με τα λεφτά απ’ την πρόωρη σύνταξη και μετά θα έκανε το κομμάτι του. Θα αποκαλούνταν καλλιτέχνης και πιθανότατα εμπορικότερος των υπολοίπων μετριοτήτων. Τότε θα χτυπούσε και τις λουόμενες με τα ερεθισμένα μαγιό που τόσο έντονα τον απασχολούν στις οπτικές περιπολίες με τα κιάλια απ’ το κλιματιζόμενο γραφείο του. 


- Ποιος με κάρφωσε; Εκείνος ο υπάλληλος τηλεπικοινωνιών από το μίνι μάρκετ στο όνομα της υπερήλικης μάνας του που έρχεται με το ψαροντούφεκο και τα σκοτώνει δέκα - δέκα τη φορά; Είναι ο ίδιος που ανέβασε την τιμή στα δέκα ευρώ και τώρα θέλει να με πεθάνει; 


Ο σακάτης έδειξε μια εμμονή στο ψηφίο δέκα, πράγμα που δεν άρεσε στον αρρενωπότατο δημόσιο λειτουργό γιατί στο δημοτικό φορούσε τη φανέλα με το νούμερο δέκα και η πρώτη του σοβαρή σχέση στα δέκα και κάτι είχε ένα βιβλίο με αυτό τον τίτλο στη σχολική της τσάντα. Όταν μετά από χρόνια και με πρόφαση την παιδική τους σχέση τη βίασε για πρώτη φορά εκείνη είχε βαλθεί να κλαίει και να κρύβεται πίσω από το ίδιο παλιό βιβλίο κι έτσι αποτυπώθηκε για πάντα στη σχολαστική κι ευαίσθητη μνήμη του. 


- Κοίταξε, έχουμε κι άλλες δουλειές και κάνει αφόρητη ζέστη. Επίσης είναι Τετάρτη κι έχουμε ξεπεράσει ήδη το εβδομαδιαίο όριο των 2 κλήσεων και 1 αναφοράς, οπότε τράβα απ’ την άλλη μεριά να μην φαίνεσαι κι ανέβασε τις τιμές σου κι εσύ. Περήφανο το όργανο με το μικρό καχεκτικό και ταϊσμένο με χάπια εισαγωγής μόριο, έδωσε τη λύση και γύρισε την πλάτη. 


Με αυτή την εξέλιξη ο ψηφιακά γυμνασμένος κοιλαράς κι επαγγελματίας του χώρου της εστίασης, αναγκάστηκε ν’ αυξήσει την τιμή στα 24 ευρώ το πιάτο με μισό φρέσκο χταπόδι. Επίσης ο συνοδός και προσωπικός ερασιτέχνης φωτογράφος της τυχαίας συμβίας που ήδη έγραφε την κριτική για το γραφικό και κόζι εστιατόριο, προσπαθούσε να πετύχει καλύτερη τιμή κατόπιν ελέγχου των θερινών διατιμήσεων. Όλα αυτά τον μήνα Αύγουστο που ο πανέξυπνος και γεμάτος εμπεριστατωμένες προκαταλήψεις λαός διατυμπανίζει ότι πρέπει να τρως κολιό και παχιές μύγες.

Κυριακή 1 Αυγούστου 2021

Καθημερινά κολυμβητές πραγματοποιούν εθνικά ρεκόρ

Αδύνατον να κολυμπήσεις χωρίς τα μπρατσάκια σου. Σκέφτεσαι τότε να ενώσεις τα καλαμάκια από τους καφέδες (όχι πια φραπέδες, μόνο φρέντο, φρεντάκια, φρεντουλίνια) κι αφού στουπώσεις τις δυο μασημένες άκρες με μπόλικο κερί απ’ το αυτί σου το δεξί να τα ενώσεις και να τα δέσεις γύρω από το κάθε μπράτσο σου. Κατευθείαν κουράστηκες και αποφάσισες να πατήσεις το κομβίο της αυτόματης ηλιθιοποίησης, άνοιξε το κινητό.

Ανελέητος ανταγωνισμός μεταξύ εκείνων των γυναικών που χασκογελάνε και χορεύουν μπροστά απ’ τις κάμερες που τις σημαδεύουν σαν να θέλουν να ουρήσουν με δύναμη μπροστά και αντράκια, ματσό και ξυρισμένα από τα δύο μεγάλα δάχτυλα των ποδιών μέχρι τ’ αυτιά. Η συνταγή όσο πιο περίεργη τόσο μεγαλύτερος ο σεφ. Η είδηση απαραίτητα να συνοδεύεται από λίγο γυμνό, μερικά ακαταλαβίστικα σχόλια και αρκετά ποτήρια κρύου νερού για να πάνε κάτω τα αγχολυτικά. 

Λίγο πριν τις διαφημίσεις, ένα κοριτσάκι εισέρχεται χαριτωμένα στο τηλεοπτικό πλατό. Με έκπληξη οι γλάστρες και οι μαϊντανοί εναποθέτουν τις ελπίδες διψήφιων ποσών θεαματικότητας στη μικρή θεά - Ιησού. Εκείνη μαεστρικά σηκώνει το φορεματάκι της, που κανείς δεν είχε προσέξει ότι από την μια μεριά ήταν φουσκωμένο και παράλληλα έδειχνε αρκετή σάρκα για να υπάρξει πρόστιμο με πρόφαση την προτροπή σε παιδεραστία, βγάζει ένα ακονισμένο μαχαίρι δύο όψεων και θρυμματίζει το καρότο που ήταν πάνω στην ξύλινη βάση.

Χειροκροτήματα, χαμόγελα, τραγούδια της δεκαετίας του ‘80, τηλέφωνα να αποθανατίζουν τη στιγμή και η μικρή πρωταγωνίστρια σχεδόν αιωρείται πάνω από την μεσήλικη και πάμπλουτη φαλακρή - ξανθιά που κράζει ότι αυτή ήταν η καλύτερη στιγμή της ελεεινής και πανάκριβης ζωής της.

Αποφασίζεις ότι δεν θα κολυμπήσεις. Τόσα και τόσα γίνονται. Οι παραλίες δεν είναι επικίνδυνες, άσε που στη θάλασσα μπορεί ο καθένας να απελευθερώσει τις υγρές του απεκρίσεις κι επίσης δεν ξες αν το μπανιεριό σου θ’ αλλάξει χώμα από τη χημική ένωση με το θαλασσινό νερό. Παραγγέλνεις άλλο έναν καφέ μια που η ξαπλώστρα είναι με την αρχική χρέωση μόνο για τις πρώτες δύο ώρες και παραχώνεις στην άμμο τα προηγούμενα καλαμάκια με τέτοιο τρόπο που τα νύχια σου να στέλνουν σήματα με τη βοήθεια της αντηλιάς στο διπλανό ζευγάρι που τόλμησε να απλώσει μία ψάθα και να αγκαλιαστεί χωρίς να τους φωτογραφίζει κάποιος. Οϊμέ, όλα θα συμβούν κι αυτό το καλοκαίρι.

Ρεφενέ στις ιδέες

Μεσημέρι Τετάρτης, εργάσιμη ημέρα μετά το τριήμερο και την Τρίτη της συνήθειας. Στα πλαίσια της αρχαιοελληνικής παράδοσης το χωριό μαζεύτηκε στο καφενείο του ξαδέρφου του Δημάρχου για να συζητήσει τους εναλλακτικούς τρόπους τουριστικής προώθησης του τόπου. Αρχικά αφού ακούστηκαν οι απόψεις δημιουργίας συνεταιρισμών για να αντλήσουν επιδοτήσεις ή δήμευσης περιουσιών προς ικανοποίηση της ζήτησης εδαφών από το εξωτερικό, έπεσαν κατάκοποι κάτω από το μεγάλο πλατάνι με τις διαφημίσεις για να ακούσουν το λογύδριο του εκλεγμένου τους.

Ο Δήμαρχος είναι ένας καθημερινός άνθρωπος όχι της βιοπάλης αλλά του μεσήλικα επαρχιακού ινφλουένσερ. Ξέρει να ακούει πολύ προσεκτικά, είναι εκπαιδευμένος να το δείχνει αυτό ενώ παράλληλα ασχολείται νοητικά με την εξέλιξη των πιθανοτήτων στα διαδικτυακά παίγνια από υπεράκτιες έδρες και στη συγκάλυψη της τελευταίας περίπτωσης ανθρώπινης εκμετάλλευσης από ψηφοφόρο. Στο τέλος σηκώνεται όρθιος, φτιάχνει το σακάκι του, αφήνει το ηλεκτρονικό τσιγάρο στα χέρια του γραμματέα και ανακοινώνει την πρόταση - απόφαση. 

Ομόφωνα οι πολίτες - ψηφοφόροι ζητωκραυγάζουν και τον εγκαλούν στο βήμα του καφενείου του ξαδέλφου ώστε να τον επευφημήσουν κι άλλο κάτω από διαφορετική οπτική γωνία αποτύπωσης και απευθείας μετάδοσης μέσω ιστοριών στον παγκόσμιο ιστό. Η πρόταση - απόφαση εμπερικλείει όλες τις επιστημονικές σύγχρονες τάσεις και απόψεις για το πως μπορεί ένας οικισμός στην ηπειρωτική χώρα, μακριά από εθνικούς οδικούς άξονες, θάλασσα και φυτείες καλαμποκιού ή μαριχουάνας να υπογραμμιστεί στο χάρτη. 

- Αυτό, δήλωσε ο δήμαρχος - επαρχιακό σελέμπριτι, θα γίνει με τον πιο απλό τρόπο. Θα τοποθετήσουμε μια πινακίδα στη διασταύρωση για την μεγάλη πόλη, πενήντα χιλιόμετρα από την είσοδό μας, που θα αναφέρει με σκαλιστή βυζαντινή γραφή “Ελάτε στον ευλογημένο τόπο μας. Οι γεμάτοι με εθνική και θρησκευτική μισαλλοδοξία κάτοικοι θα κάνουν την παραμονή σας αιωνία μνήμη”.

Μετά τον κατακερματισμό των ιαχών επευθυμισμού από τα κερασμένα υποβρύχια με εμφιαλωμένο νερό σε όλους,η ομήγυρη κατευθύνθηκε προς την κοντινότερη παροχή ενέργειας (πολύμπριζο) ικανοποιημένη από την τροπή που έλαβαν τα πράγματα. Για ημέρα Τετάρτη το αποτέλεσμα ήταν κάτι παραπάνω από πετυχημένο, τόσο ιδεολογικά όσο και στα πλαίσια της σοσιαλιστικής τοπικής διακυβέρνησης, που κουρασμένοι οι ψηφοφόροι - δημοτικοί υπάλληλοι και φερέλπιδες υπαλληλίσκοι άρχισαν να στέλνουν στις υπηρεσίες τους μηνύματα απουσίας λόγω έκτακτης αρρώστιας με αυριανή ημερομηνία.

Τετάρτη 28 Απριλίου 2021

(α) διάφορα

προσευχή Θεού

πρωινή αστική ηρεμία
προσευχή Θεού σ' αυτά τα μέρη
μουρμούρες πουλιών πάνω απ' τις εξατμισμένες φωνές
τα πάντα σε παύση μιας μεγάλης εβδομάδας
πρωινή προσευχή μες την πόλη
χωρίς διακοπές
(28.04.21)


πρώτη του μήνα
που οι εργάτες τρέχουν με λουλούδια
όχι κόκκινα στο χρώμα του αίματος
αυτού που έτρεξε απ' τα σφαχτά των εορτών
(ειδυλλιακή διαφορά αισθήσεων, σφαγή και γιορτή)
όμως υπάρχουν ακόμα στεφάνια και πλακάτ
γεμάτα γράμματα θολά πίσω απ' την έλλειψη
μιας άνοιξης και μιας ανάμνησης
(01.05.21) 

Παρασκευή 23 Απριλίου 2021

απομόνωση

κάποιο τραγούδι που ακόμα δεν έγραψα
στριφογυρίζει νωρίς τα πρωινά
μπαίνει απ' τις κουρτίνες, αυτοσχέδια κρεμασμένες
με κόμπους που δεν το κράτησαν
απότομα έσπαζε ένα πόδι της παλιάς καρέκλας

Δευτέρα 12 Απριλίου 2021

ανκχ (εβίβα)

πήγαινε πάνω στα νερά
πήγαινε κάτω στα σύννεφα
ανάμεικτοι ήχοι από φύκια
αχόρταγοι γλάροι και κοράκια νηστικά
πρώην συνάδελφοι
επίσης, νυν κι αεί ηλίθια αστεία
 
μέσα σ' ένα αιολικό πάρκο
ξεκίνησε η ορχήστρα να σχεδιάζει
παραδίπλα απ' ένα πήλινο κρατήρα 
δεν είναι κανείς εδώ
μόνο μια ξανθιά και μια μελαχρινή 
διαφορετικές αποχρώσεις της ίδιας δύσης
 
 

Τετάρτη 31 Μαρτίου 2021

αυτός, ένα πρωινό

αυτός ακούει ένα δίσκο που δεν κυκλοφόρησε
έτσι ξεκόλλησε μια σελίδα του καζαμία
νωχελικά σήκωσε το παντζούρι στο καθιστικό
άνοιξε τον ήλιο απέξω στο κέντρο του δωματίου
 
πως όρμησε το άρμα με οδηγό ένα ποντικό
μερικές γάτες αδιαφόρησαν πάνω από τα γεμάτα πιάτα
ίσως λίγες σταγόνες σάλιου να κρέμασαν δευτερόλεπτα
ενώ συνεχίζει αδιάκοπα ν' ανοίγει κονσέρβες  

σκύψε και προχώρα
ικέτεψε για χαρά
ένα χάδι δευτερολέπτου
σκύψε και μη σκέφτεσαι
 
η μουσική κοστίζει σαν είσαι μέσα στους τοίχους
διακοπτόμενες δόσεις δανειοληπτών
μειωμένες ανάσες από ανακυκλώσιμα καλαμάκια
ίσα που διακρίνονται στην επιφάνεια του βάλτου

σκύψε και προχώρα
κανένα πρωινό δεν διαρκεί πολύ
όπως η λαϊκή αγορά τα μαζεύει σιγά σιγά 
σκύψε και μη σκέφτεσαι

Τρίτη 30 Μαρτίου 2021

|

κι ο γραφέας προχώρησε

έγραψε

τέσσερα πέντε ποιήματα χωρίς μέτρο

έφτιαξε

δυο τρία παιδιά που πήγανε σχολείο στην ίδια πόλη

έθαψε

ένα συμμαθητή και μια αδελφή

ξέχασε

τις μετοχές που φορτώθηκε για μια σύνταξη άοκνη, άοσμη

που τόσο χαριτωμένα αντιτίθεται επί του θέματος

πως να επιτευχθεί ευτυχία και πλουτισμός στην ίδια ζωή;


κάθε μεσημέρι έτρωγε με τους γονείς του ενώ πάντα βοηθούσε στο μάζεμα του τραπεζιού

τις νύχτες αντάλλαζε ξερά κλαριά με τα χελιδόνια που όλο και γυρόφερναν σαν γύπες

στη γωνιά πάνω απ' το κρεβάτι του

||

θέλει ν' απολαύσει την ησυχία των σελίδων στο μέρος με τ' αμέτρητα τούβλα

εκεί που οι τοίχοι βγαίνουν έξω απ' τα πεντάγραμμα κι ουρλιάζουν στις ώρες

κενής ησυχίας

τόσο αντίθετος στον εθισμό του πολέμου και του αντρικού αίματος

από κόρφους και γραμμές αεροπλάνων που τώρα πια δεν αργούν ούτε λεπτό

και τα καλώδια δεν συμμορφώνουν προσευχές κι ευχές περαστικών

απλά καίγεται η προφητεία

- στάχτη σπάνια -

κι οι νεκροθάφτες δέχονται μόνο ηλεκτρονικές μεταφορές

και τα κρυμμένα λεφτά έμειναν στις φυλακές να παίζουν κρυφτό

μέχρι ο καλός θεούλης με το ραβδί του να δείξει το δρόμο

ανάμεσα από υποκαταστήματα παλαιών τραπεζών και μεταχειρισμένων αλλοδαπών χεριών

που καταδικάστηκαν να ψηφίσουν για να φύγουν

αλλά έμειναν εδώ

γράψανε ποιήματα με ονόματα

φτιάξανε παιδιά πολλά

έθαψαν όνειρα

ξεχάστηκαν 

ανώνυμοι τελικά

(30.3.21)