Ας περιγράψω μια καθημερινότητα χωρίς τα κοινότυπα ότι ήταν κάποτε ή μια φορά κι άλλες τέτοιες εκφράσεις που υποδηλώνουν αμηχανία για το ξεκίνημα. Η αρχή είναι πάντα ονειρική. Σαν μια σχέση, φιλική ή ερωτική. Σαν ένα δίσκο ή ένα βιβλίο. Μια συναυλία ή ένα καινούργιο αυτοκινούμενο. Ένα τραγούδι ή ένα ποίημα. Καταλάβατε... Οπότε εδώ έχουμε την περίπτωση ενός ποντιακού ατόμου. Το επίθετο δεν θα αποτελούσε κάτι το προβληματικό, άλλοι είναι νησιώτες, άλλες στερελλαδίτες, άλλοι αθηναίζοι και άλλες μικρασιάτισσες. Όμως όταν είσαι κατά συνείδηση πόντιος σαν-άνθρωπος και μάλιστα επιλέγεις να βάλεις στο παιχνίδι και ρίζες από Ρωσία μεριά, τότε δεν γεννιέσαι μπάοκ, έγινες. Κοντό μπάοκ. Και λίγο χαζό μπάοκ. Αλλά γνωστό μπάοκ. Και λίγο ευκατάστατο μπάοκ. Από αυτά τα μπάοκ που δείχνουν αντί να γίνονται.
Αυτό το ποντιακό άτομο σπούδασε σε εκείνα τα παλιά τεί που έγιναν αεί και συνέχισαν να δίνουν βασικές γνώσεις νηπιαγωγείου. Αγόρασε ένα μεταπτυχιακό καθώς και ένα μικρό αμαξάκι που είχε ημερομηνία λήξης όση διάρκεια θα έπαιρνε να βρει σύντροφο. Από εκείνους της μιας ζωής. Που γνωρίζεις τους γονείς και κάθε τρίτου βαθμού συγγενή του. Πας στο σπίτι της προγιαγιάς στο βρομερό χωριό τους και της φιλάς το σταφιδιασμένο ισχνό χέρι, λες και ήταν η γιαγιά η γκόμενα κανενός παΐσιου. Είναι έτσι η σειρά. Τελειώνεις το δημοτικό και έχεις ήδη μπει στο δρόμο για μια ευτυχισμένη ζωή. Τη ζωή. Δηλαδή το γάμο και την τεκνοποίηση. Προαπαιτούμενη είναι η σιωπηλή συναίνεση ότι δεν θα διαμαρτύρεσαι και θα γηροκομήσεις εκείνους τους κατουρημένους κώλους που θα προσκυνάς για μερικές δεκαετίες. Όπως ακριβώς ένα ποδήλατο κατασκευάζεται για να προσφέρει τη χαρά της διαδρομής, έτσι και οι τρύπες στον άνθρωπο, μία πάνω - μία κάτω δεν κάνουν μεγάλη διαφορά, ειδικά τα χρόνια αυτά της ασύρματης ζωής που όμως τόσο ορατή είναι σε όλους τους λοιπούς ποδηλάτες ή απλά ιδιοκτήτες ποδηλάτων. Το ποδήλατο είναι η ζωή. Το έλεγε και ο πάνσοφος λαός. Αυτός ο λαός που έχει καταφέρει την ασχήμια, την κλεψιά, τη βρομιά, τη συκοφαντία και λοιπά σοφά καλά.
Οπότε ήρθε και η στιγμή της εκτέλεσης του γεγονότος που μια ζωή ανέμενε. Αυτή τη ζωή. Σε αυτό το σημείο της ανάβασης στο θρόνο, η θέωση, η ονείρωξη πάνω σε δεκάδες ιερόδουλες ή παπάδες ή χωροφύλακες ή γραβατωμένους πολιτικάντηδες, έρχεται με αισθητικά θεατρικά κόλπα αρχαίας κωμωδίας. Μετά είναι το παιδί. Η ζωή δεν είναι ολοκληρωμένη αν δεν περιέχει το παιδί. Ο λόγος για τον οποίο υπάρχεις, υπάρχω κι όσο υπάρχω θα υπάρχεις γιατί ένα παιδί ή και δύο ή και τρία είναι ο λόγος να υπάρχουμε. Υπάρχουμε για να υπάρχουν αυτά. Όπως το ποδήλατο χωρίς τη σέλα αποτελεί όργανο βασανισμού ή ευδαιμονισμού, αναλόγως τις ορέξεις, έτσι και η ζωή υπάρχει για το παιδί - τα παιδιά. Δηλαδή τις αφορμές να βρισκόμαστε και να μας βλέπουν να χορεύουμε με τα χέρια ψηλά, σαν ζόμπι. Ζόμπι που δεν είναι χορτοφάγα. Η περίπτωση απογόνων του ποντιακού ζόμπι ίσως εξεταστεί σε κατοπινά πονήματα, χρειάζεται χρόνος για να χωνέψεις την αηδία. Κι αυτή μεγαλώνει κι απλώνεται η άτιμη, η αηδία. Αν το ανώτατο μοναδικό είδος που οι ηλίθιοι προσκυνάνε υπήρχε τότε θα ήταν η εξέλιξη στο μυαλό και όχι στο πόσο αρωματικό και με τι σχέδια είναι το χαρτί υγείας, το κωλόχαρτο δηλαδή.
Παρόλα αυτά, το ποντιακό ζόμπι δεν θα αισθανθεί ποτέ την μη τελείωση. Έχει τελειώσει από το ξεκίνημα. Γεννήθηκε ολοκληρωμένο. Ήξερε. Ήταν απόλυτα σωστό σε όλα. Γνώριζε. Έκανε επιλογές με βάση τη σύνταξη. Έκανε και το σταυρό του συχνά σε κοινή θέα. Έχτισε σχέσεις και σπίτια και φιλίες και προλόγους για το τέλος. Προδοσία; Όχι. Ανορεξία; Μπα. Ψυχολογική στήριξη; Πεθερικά. Το ζόμπι το ποντιακό σύντομα θα βρεθεί κοντά σου, σε κάποια κοινωνική μάζωξη που δεν ήθελες να πας, όμως τι θα πουν τα σόγια και καλά δεν περνάς αλλά έλα που είχες μάθει να χορεύεις τότε σε εκείνο το σύλλογο και αφού έκανες τον κόπο, ε... ας πάει και το παλιάμπελο. Ξέρει ο λαός, τόσες παροιμίες και μύθους και ιστορίες έχει βγάλει. Ο λαός που απαρτίζεται από πολλά σοφά πόντια ζόμπι που ενίοτε κυνηγάνε νέα θύματα με τα χέρια να κρέμονται ψηλά. Ας είναι ελαφρύ το χώμα που θα σκεπάσει τους υπόλοιπους πέντε - έξι για να μπορούν να ξεφυσάνε από 'κει κάτω.